₪₪₪₪ ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ Τ.Ο ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ₪₪₪₪

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Λορέντζος Μαβίλης (1860 - 1912)




ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ  (1860 - 1912)
ποιητής, δημοτικιστής εθνικός αγωνιστής.

Ο Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε το 1860 στην Ιθάκη. Ο παππούς του ήταν πρόξενος της Ισπανίας στην Κέρκυρα, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του. Ο πατέρας του υπηρέτησε ως δικαστικός. Η μητέρα του, Ιωάννα Σούφη, ήταν ανιψιά του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια.


Το 1878 γράφτηκε στην φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών την οποία εγκατέλειψε μετά ένα χρόνο για να σπουδάσει στην Γερμανία φιλολογία και κυρίως γλωσσολογία και φιλοσοφία. Εκεί ασχολήθηκε με την σύνθεση λυρικών ποιημάτων που δημοσιεύτηκαν σε γερμανικά έντυπα.
Στις 16 Ιουνίου του 1890 αναγορεύτηκε διδάκτωρ της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Έρλαγκεν της Βαυαρίας και επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
Από το 1896 μέχρι τον θάνατό του το 1912, συμμετέχει ενεργά στους απελευθερωτικούς αγώνες του Ελληνικού έθνους.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ – ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΘΝΟΣ
Το 1896 ο Μαβίλης συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης, πολεμώντας μαζί με τους αντάρτες στα κρητικά βουνά.
Το 1897 κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο συγκέντρωσε εβδομήντα Κερκυραίους εθελοντές και πήγαν να πολεμήσουν στην Ήπειρο, όπου και τραυματίστηκε στο χέρι. Τα έξοδα της εκστρατείας των εθελοντών τα κάλυπτε ο ίδιος.

Το 1909 γίνεται ο ενθουσιώδης κήρυκας του ξεσηκωμού.
Το 1910 εκλέγεται βουλευτής Κέρκυρας με το κόμμα του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Το 1911 υπερασπίζοντας τη δημοτική γλώσσα μέσα στην Ελληνική Βουλή είπε απευθυνόμενος στους καθαρευουσιάνους: «Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν»

Η υπέρτατη θυσία του προς την πατρίδα θα έρθει στις 28 Νοεμβρίου του 1912, κατά τη διάρκεια του 1ου Βαλκανικού Πολέμου. Στο Δρίσκο οι Τούρκοι εξαπέλυσαν σφοδρή αντεπίθεση κατά των Γαριβαλδινών εθελοντών που ήδη είχαν προχωρήσει πολύ. Ο Μαβίλης μάχεται ηρωικά, επικεφαλής των στρατιωτών του που αποδεκατίζονται απ' τα εχθρικά βόλια. Σε μια στιγμή της μάχης μια σφαίρα του διατρυπά τα δύο μάγουλα χαλώντας και πολλά δόντια του. Ενώ μεταφέρεται αιμόφυρτος στο προσωρινό νοσοκομείο ένα δεύτερο βόλι τον βρήκε στο στόμα. Εκείνη τη στιγμή έφτανε στο χειρουργείο και ο αρχηγός, Αλέξανδρος Ρώμας. Είδε τον Μαβίλη και κατάλαβε. «Σε συγχαίρω απ' την καρδιά μου!» λέει δίνοντάς του το χέρι. Ο Μαβίλης μάζεψε τις στερνές του δυνάμεις, στάθηκε προσοχή και πήρε το χέρι του αρχηγού. Το αίμα που έτρεχε σ' όλο το δρόμο απ' τις πληγές των παρειών του πάγωνε το λαιμό του και του δυσκόλευε την αναπνοή. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Τους κάνει νοήματα να του δώσουν χαρτί, να γράψει. Τα αίματα στάζουν απ' όλες τις μεριές και οι βολές του πυροβολικού ακούγονται τώρα κοντύτερα. Αλλά δεν προφταίνει ούτε να γράψει. Ο παπα-Φώτης του κλείνει τα μάτια. Ο Πιπίνος Γαριβάλδης, ο μόνος εκείνη τη στιγμή στρατιωτικός, στέκεται προσοχή και τον χαιρετάει. Οι άλλοι σταυροκοπιούνται. Ο Μαβίλης είναι πλέον νεκρός, ξαπλωμένος στο πεζούλι της Αγίας Παρασκευής. Τον έχουν σκεπάσει με τον ματωμένο μανδύα του. Έχει περάσει πλέον στην αιωνιότητα κερδίζοντας «δώρα άγια τρία: ΘΑΝΑΤΟ, ΑΘΑΝΑΣΙΑ Κ' ΕΛΕΥΤΕΡΙΑ» όπως το ήθελε. Ήταν μόλις 52 ετών, πάνω στην κορύφωση της πνευματικής του δημιουργίας.

Ο Λορέντζος Μαβίλης ήταν μέγας Πατριώτης και Πολεμιστής. Ζητούσε μες στα ιδανικά την απολύτρωση κι αναζητώντας στάθηκε στο μεγαλύτερο: την Πατρίδα. Έγινε πατριδολάτρης μέχρι μανίας. Από εκεί άντλησε το τελευταίο, το υπέρτατο ιδανικό του: «το θάνατο. Η λατρεία της Πατρίδας και του θανάτου!»

Παρόλο που ο Λ. Μαβίλης ήταν άνθρωπος των γραμμάτων δεν είχε καμιά σχέση με την παρακμή της εποχής μας στον χώρο που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται πνευματικός. Σήμερα οι καλλιτέχνες που προβάλλονται και θεωρούνται καταξιωμένοι είναι συνήθως απάτριδες, ανθέλληνες, δειλοί ειρηνιστές, οι οποίοι προσπαθούν μέσα από το «έργο» τους να αυτοϊκανοποιηθούν, να εξωραΐσουν τα ελαττώματα και τις αδυναμίες τους ανάγοντας αυτά σε προτερήματα. Το πρότυπο που επικρατεί είναι το εύκολο και βολικό του «αντι-ήρωα», του μίζερου, του οκνηρού γεμάτου αδυναμίες ανθρώπου με πάθη όπως ο αλκοολισμός και γενικότερα οι καταχρήσεις.
Σήμερα, ειδικότερα στο χώρο της λογοτεχνίας, απουσιάζουν οι πατριώτες δημιουργοί καθώς η πατριωτική λογοτεχνία θεωρείται ξεπερασμένη, αφού έννοιες και ιδανικά όπως θυσία, ηρωισμός, αγάπη και αγώνας για την πατρίδα, συμπαράσταση στον Έλληνα, λατρεία του κινδύνου, τιμή, «δεν πουλάνε» αλλά θεωρούνται αναχρονιστικά και επικίνδυνα.

                    Ο Λορέντζος Μαβίλης το 1878 έγραψε το ποίημα (σονέτο):

 «Εις την Πατρίδα»

Μάννα μου Ελλάδα, τι δεν είσαι τώρα

Σαν πρώτα ορθή, ψηλή, στεφανωμένη

Με δάφνες, τι δεν είσαι με τα δώρα

Της αθάνατης Νίκης στολισμένη

Αχ! πότε θα’ ρθει, πότε θα’ ρθει η ώρα

Να ματαστράψει η όψη σου η σβησμένη

Και την ερημωμένη σου τη χώρα

Μ’ ελπίδα να φωτίσεις, ω αντρειωμένη

Πατρίδα μου σηκώσου! Ας λάμψει πάλι

Στον αιθέρα ψηλά το μέτωπό σου,

Και της Ελευτεριάς θε να προβάλει

Η μέρα, και το θείο πρόσωπό σου

Θα λάμπρει σαν τον ήλιο της

Μεγάλη θα γίνεις κι αλλοιά τότες στον εχτρό σου.

Αυτός ήταν ο Λορέντζος Μαβίλης. Μια μορφή ξεχασμένη από τους πολλούς στο πέρασμα του χρόνου, ζει μέσα στις καρδιές των αγνών Ελλήνων και φωτίζει με τη θυσία του το δύσβατο μονοπάτι των  ιδανικών και των οραμάτων μας.